ἐπιστάταις

ἐπιστάταις
ἐπιστάτη
fem dat pl
ἐπιστάτης
one who stands near
masc dat pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • P. Oxy. XLII 3035 — Das Papyrus Oxyrhynchus 3035 (oder auch P. Oxy. XLII 3035) ist ein Dokument mit einem Haftbefehl für einen Christen vom 28. Februar 256 AD, der von den Behörden des Römischen Reiches ausgestellt wurde. Es ist eine der ältesten nachgewiesenen… …   Deutsch Wikipedia

  • επιστάτης — ο (θηλ. επιστάτρια και επιστάτισσα) (AM ἐπιστάτης, ὁ θηλ. ἐπιστάτις) αυτός που επιτηρεί, εποπτεύει και φροντίζει κάτι νεοελλ. 1. ο υπεύθυνος για την καθαριότητα κτηρίου (κυρίως σχολείου) 2. φρ. «επιστάτης κτήματος» ο υπεύθυνος για την καλλιέργεια …   Dictionary of Greek

  • φυλακτήριος — ία, ον, ΜΑ [φυλακτήρ] 1. αυτός που χρησιμεύει για φύλαξη, για προστασία (α. «τοῑς περὶ τὰ τοιαῡτα φυλακτηρίοις τε καὶ ἐπιστάταις ὀργάνων», Πλάτ. β. «φυλακτήριος τῶν συνειληφυιῶν», Διοσκ.) 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ φυλακτήριον α) μέσο προστασίας,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”